Λέων Αμφίπολης / Leo of Amphipolis / Greece -- #georgesal #salgeorge
ο Λέοντας της Αμφίπολης που κοσμούσε το ταφικό μνημείο στον τύμβο Καστά.
Ο Λέων της Αμφίπολης είναι ένα πολύ σημαντικό επιτάφιο
μνημείο του 4ου αιώνα π.Χ
Έχει ύψος 5,30μ. και εικονίζεται καθιστό στα πίσω πόδια.
Έρευνα της ΚΗ' ΕΠΚΑ
Σημείο κατατεθέν για το νομό Σερρών, έμβλημα της Μακεδονίας, το Λιοντάρι της Αμφίπολης είναι βέβαιο ότι αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά μνημεία του 4ου αιώνα π.Χ. που διασώθηκαν και μέχρι τώρα είναι το μοναδικό που αναστηλώθηκε και βρίσκεται σήμερα δίπλα στην παλιά γέφυρα του Στρυμόνα στην επαρχιακή οδό Αμφίπολης-Σερραϊκής Ακτής. Μετά την τελευταία ανακάλυψη του ταφικού περιβόλου του τύμβου «Καστά» στην αρχαία Αμφίπολη, όπως αποκαλύπτει η έρευνα της ΚΗ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, το ταφικό μνημείο του Λέοντος συνδέεται άρρηκτα με το ταφικό σήμα του τύμβου που στην πραγματικότητα είναι το θεμέλιό του και τοποθετείται στο μέσον και στο υψηλότερο σημείο του βάσει και της γεωμετρίας που δίνει ο ταφικός περίβολος.
»Ο Τύμβος Καστά Αμφίπολης και το μνημείο του Λέοντος είναι δύο μνημεία που συνομιλούν μεταξύ τους συνδυάζοντας συγκρίσιμα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά και η χρονολόγησή τους ανήκει στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα. Οι λατύπες (θραύσματα από επεξεργασία μαρμάρου) που βρέθηκαν γύρω από το ταφικό σήμα στην κορυφή του τύμβου Καστά δηλώνουν την ύπαρξη μεγάλου μαρμάρινου μνημείου, που δεν είναι άλλο από τον Λέοντα και τη βάση του» επισημαίνει η Προϊσταμένη της ΚΗ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Κατερίνα Περιστέρη.
Οι ανασκαφές του ταφικού περιβόλου του τύμβου «Καστά» αποκάλυψαν ότι ένα μεγάλο μέρος του περιβόλου έχει αποξηλωθεί κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους με αποτέλεσμα αρκετά μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη να μη βρίσκονται στη θέση τους. Μια ευρύτερη αρχαιολογική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Αμφίπολης της αρχαιολόγου Κατερίνας Περιστέρη και του συνεργάτη της αρχιτέκτονα Μιχάλη Λεφαντζή, στην προσπάθειά τους να εντοπίσουν τα χαμένα αρχιτεκτονικά μέλη τους, οδήγησε στην περιοχή του χώρου του μνημείου του Λέοντα της Αμφίπολης όπου βρέθηκαν είτε διάσπαρτα, είτε εντοιχισμένα στη βάση του Λέοντος, μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη με προέλευση τον ταφικό περίβολο.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς και αρχαιολόγους το πρόσωπο του λιονταριού, που υπήρξε ανέκαθεν ιερό σύμβολο των Μακεδόνων, ήταν στραμμένο κατά την πόλη, εκφράζοντας έτσι πληρέστερα το σκοπό και το μεγαλείο της.
Ο Λέων της Αμφίπολης ανεγέρθηκε ως συμβολικό μνημείο, που εξέφραζε τη μεγάλη δύναμη της πόλης, όπως συνέβη και με τους Λέοντες της Δήλου. Επιπροσθέτως η λαϊκή παράδοση λέει ότι ο γλύπτης του, αγνώστου ταυτότητας, αφού τελείωσε το δημιούργημά του, το οποίο αποτελούσε και την αποκορύφωση της καριέρας του και έπρεπε να είναι σύμβολο δύναμης αφού ήταν αφιερωμένο σε κάποιο σημαντικό πρόσωπο, βρέθηκε μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη. Το λιοντάρι δεν είχε τη γλώσσα του. Απελπισμένος λοιπόν το πέταξε στον ποταμό Στρυμόνα προκειμένου να μην το δει κανείς και ντροπιαστεί.
Η ανασκαφική
Τα πρώτα ευρήματα τα ανακάλυψε 7η μεραρχίας του ελληνικού στρατού το 1912.
Η ανακάλυψη
Για πρώτη φορά στους βαλκανικούς πολέμους του 1912 – 1913 Έλληνες στρατιώτες βρήκαν κομμάτια από τη βάση του μεγάλου μνημείου κι ενημέρωσαν αμέσως την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία έστειλε επί τόπου τους αρχαιολόγους Γ. Οικονόμου και Α. Ορλάνδο, τους οποίους, όμως, πρόλαβε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, προτού προχωρήσουν στην έρευνα κι αποκάλυψη του μνημείου.
Το καλοκαίρι του 1916 αξιωματικοί βρετανικού, εκστρατευτικού σώματος, σ’ ένα διάλειμμα των μαχών που διεξάγονταν στην περιοχή των εκβολών του Στρυμόνα, ανάμεσα στους συμμάχους και στα βουλγαρικά στρατεύματα, βρήκαν και θραύσματα του ίδιου του λιονταριού και θέλησαν να τα μεταφέρουν στην ακτή, (προφανώς για να τα μεταφέρουν στην πατρίδα τους), αλλά, λόγω του όγκου και του βάρους τους, κύρια όμως λόγω του ότι εμποδίστηκαν από το βουλγαρικό πυροβολικό, που «σφυροκοπούσε» την ακτή, όπου βρίσκονταν αγγλικά πλοία, δεν τα κατάφεραν.
Τα θραύσματα του μνημείου παρέμειναν εκτεθειμένα στις καιρικές συνθήκες μέχρις ότου, το έτος 1930, τα μέλη της γαλλικής, αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, P. Collart και P. Devampez, προσκληθέντα από τον κ. Τσάτσο, υπάλληλο της αμερικανικής εταιρίας Monks Ulen, η οποία είχε ήδη αναλάβει την εκτέλεση αποστραγγιστικών έργων στην περιοχή του Στρυμόνα, προσήλθαν στον τόπο όπου βρίσκονταν τα θραύσματα και τα μελέτησαν για πρώτη φορά, χρονολόγησαν αυτά στην εποχή του πελοποννησιακού πολέμου, τα δε αποτελέσματα της έρευνάς τους δημοσίευσαν στο αρχαιολογικό περιοδικό Bulletin de Correspondance Hellenique.
music -- Matthew John Torres --- morninglightmusic
![](https://s2.save4k.ru/pic/p1LQA3W_8js/maxresdefault.jpg)